Σωρεία μοιραίων λαθών και παραλείψεων στη διαχείριση της καταγγελίας της Κυριακής Γρίβα, από τους αστυνομικούς που εκτελούσαν υπηρεσία στο Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων το βράδυ της Δευτέρας, είχαν ως αποτέλεσμα την δολοφονία της 28χρονης κοπέλας λίγα μόλις μέτρα μακριά από το φυλάκιο.

Η Κυριακή ύστερα και από παρότρυνση του φίλου της που την συνόδευσε στο αστυνομικό τμήμα βρήκε το κουράγιο να ζητήσει βοήθεια, καταγγέλλοντας τον άνθρωπο που την κακοποιούσε στις Αρχές. Η αντιμετώπιση όμως που εξέλαβε από τους αστυνομικούς δεν ήταν σε καμία περίπτωση ανάλογη της σοβαρότητας του περιστατικού, γεγονός που οδήγησε στην τραγική κατάληξη που είχε η άτυχη κοπέλα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Τα όσα κατήγγειλε η 28χρονη στο Αστυνομικό Τμήμα εμπίπτουν στα αυτεπαγγέλτως διωκόμενα αδικήματα κάτι που έχει ως συνέπεια, η συνολική διαχείριση του περιστατικού από τους αρμοδίως να έπρεπε να είναι τελείως διαφορετική.

Τι σημαίνει όμως αυτό για την υπόθεση;

Η «Ζούγκλα» επικοινώνησε με τον γνωστό δικηγόρο, Νίκο Διαλυνά, προκειμένου να μας εξηγήσει ποια είναι η διαδικασία για τις περιπτώσεις όπου καταγγέλλεται σε Αστυνομικό Τμήμα αδίκημα που διώκεται αυτεπάγγελτα. «Το σφάλμα της 22χρονης αστυνομικού η οποία υπηρετούσε εκείνο το βράδυ στο Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων είναι ότι εφόσον κατήγγειλε απειλές και ξυλοδαρμούς η άτυχη κοπέλα όφειλε για αυτεπαγγέλτως διωκόμενα αδικήματα, διότι πρόκειται για αδικήματα που εμπίπτουν στον νομό περί ενδοοικογενειακής βίας να επικοινωνήσει και να την παραπέμψει στο τμήμα ενδοοικογενειακής βίας στο Μενίδι και μάλιστα να την στείλει εκεί με περιπολικό», υποστήριξε αρχικά και πρόσθεσε, «αυτά είναι τα τυπικά που έπρεπε να γνωρίζει και έπρεπε να κάνει».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Το τι δεν έγινε και πως οδηγήθηκε η κοπέλα στον θάνατο, αυτά είναι πλέον γνωστά αποτελούν ντροπή και όνειδος για μέρος της ελληνικής Αστυνομίας. Και λέω για μέρος της ελληνικής Αστυνομίας γιατί αν θέλετε την προσωπική μου άποψη, εδώ υπάρχει πολύ μεγάλη ευθύνη της ηγεσίας της ελληνικής Αστυνομίας και της πολιτικής και του αρχηγού. Δεδομένου ότι είναι πολύ γνωστή σε όλους και αν μη τι άλλο στους δικηγόρους η κατάσταση που επικρατεί στα Αστυνομικά τμήματα. Ειδικά το βράδυ δεν είναι επανδρωμένα, δεν υπάρχουν περιπολικά και γενικά είναι μια κατάσταση για την οποία πρέπει να επέμβει πλέον η Πολιτεία», συνέχισε ο κ. Διαλυνάς.

Ο γνωστός δικηγόρος δεν παρέλειψε στην συνέχεια να αναφερθεί και στις ευθύνες του Αρχηγείου της Αστυνομίας αλλά και της πολιτικής ηγεσίας και του Υπουργού. «Ναι μεν υπάρχει απειρία, ναι μεν έγιναν λάθη από πλευράς των συγκεκριμένων αστυνομικών, αλλά από την άλλη πλευρά υπάρχει ευθύνη του Υπουργού και της ηγεσίας της ελληνικής Αστυνομίας η οποία δεν φροντίζει να είναι επανδρωμένα τα αστυνομικά τμήματα και η κατάσταση είναι δραματική. Να μην υπάρχει χαρτί για φωτοτυπίες, να υπάρχει ένα μόνο περιπολικό», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Αδιάβαστοι αστυνομικοί σε πόστα ευθύνης – Τι αναφέρει ο Νόμος

Η Αστυφύλακας με την οποία μίλησε η άτυχη Κυριακή το βράδυ της Δευτέρας, έκανε το ένα λάθος πάνω στο άλλο με αποτέλεσμα η 28χρονη να φύγει από το αστυνομικό τμήμα χωρίς βοήθεια και προστασία και να δολοφονηθεί μπροστά στο φυλάκιο ελάχιστα λεπτά αργότερα .

Η Αστυφύλακας  έπρεπε να ακολουθήσει συγκεκριμένα βήματα για να προστατευθεί η Κυριακή. Καταρχάς να ανοίξει δικογραφία από την πρώτη στιγμή που η κοπέλα κατήγγειλε ότι ο πρώην σύντροφός της την παρακολουθεί. Μικρή σημασία είχε αν η Κυριακή ήθελε ή όχι να καταθέσει μήνυση γιατί το αδίκημα που κατήγγειλε ήταν ούτως ή άλλως αυτεπάγγελτο. Ο νόμος 4531/18 στο άρθρο 34 , είναι σαφής για την ενοχλητική παρακολούθηση ή αλλιώς Spouse Stalking.

«Μη εμφανής παρακολούθηση ή παρενόχληση (Stalking)

Τα Μέρη λαμβάνουν τα αναγκαία νομοθετικά ή άλλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν την ποινικοποίηση της εκ προθέσεως συμπεριφοράς η οποία κατατείνει στην επαναλαμβανόμενη απειλητική συμπεριφορά κατά άλλου προσώπου, προκαλώντας τον φόβο για τον ίδιο ή την ασφάλειά του.»

Επιπλέον ο Ποινικός Κώδικας στο άρθρο 333 για την Απειλή ορίζει :

«Όποιος προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία απειλώντας αυτόν με βία ή άλλη παράνομη πράξη  ή παράλειψη τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα έτος  ή χρηματική ποινή. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και όποιος χωρίς απειλή βίας ή άλλης παράνομης πράξης ,προκαλεί  σε άλλο τρόμο ή ανησυχία με την επίμονη καταδίωξη ή παρακολούθησή του, όπως ιδίως με την επιδίωξη διαρκούς επαφής  με τη χρήση τηλεπικοινωνιακού ή ηλεκτρονικού μέσου ή με επανειλημμένες επισκέψεις στο οικογενειακό, κοινωνικό ή εργασιακό περιβάλλον αυτού, παρά την εκφρασμένη αντίθετη βούλησή του».

Αν ανοιγόταν δικογραφία τότε θα κινούνταν αυτομάτως και η διαδικασία προκειμένου να συλλάβουν το δράστη. Σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να αφήσουν την Κυριακή να φύγει. Επιπλέον έπρεπε να ζητήσουν τη συνδρομή των Τμημάτων Ενδοοικογενειακής βίας. Να επικοινωνήσουν με συνάδελφό τους, που θα τους έδινε κατευθύνσεις για το τι πρέπει να κάνουν.

Ακόμα και να μην ήθελε η Κυριακή να καταθέσει ,η αστυνομικός που πήρε την καταγγελία της κοπέλας θα έπρεπε η ίδια να δώσει κατάθεση σε άλλη συνάδελφό της αναφέροντας αυτά που της είπε για το δράστη η 28χρονη.Δεν έγινε τίποτα από όλα αυτά. Γιατί;

Ή ήταν αδιάβαστοι στα βασικά σημεία του νόμου για την ενδοικογενειακή βία ή αδιαφόρησαν. Τα λάθη τους ήταν εγκληματικά και κόστισαν τη ζωή της Κυριακής.

Όσα υποστήριξε στην κατάθεσή της η 22χρονη αστυνομικός

Η αξιωματικός υπηρεσίας, που βρισκόταν το μοιραίο, για την Κυριακή Γρίβα,  βράδυ της 1ης Απριλίου, στο Αστυνομικό Τμήμα των Αγίων Αναργύρων, περιέγραψε στην κατάθεσή της, όλο το χρονικό της άγριας δολοφονίας της 28χρονης από τον πρώην σύντροφό της έξω από το φυλάκιο του σκοπού του τμήματος.

Αναφέρθηκε με λεπτομέρειες σε όλα όσα συνέβησαν από τη στιγμή που η άτυχη Κυριακή έφτασε στο ΑΤ, προκειμένου να ζητήσει βοήθεια, καταγγέλοντας πως ο 39χρονος την παρακολουθεί και ζήτησε περιπολικό για να τη συνοδεύσει μαζί με τον φίλο της στο σπίτι της.

«Η συνάδελφός μου της εξήγησε ότι εκείνη την ώρα δεν υπήρχε διαθέσιμο περιπολικό του τμήματος να την πάει στο σπίτι της και εγώ της είπα ότι δεν γίνεται να μπει μέσα σε περιπολικό, παρά μόνο να κληθεί το 100, προκειμένου να δώσει κάποιο σημείο συνάντησης ή την οικία της ή το αστυνομικό τμήμα, προκειμένου να μεταβούν μαζί στο σπίτι της», ανέφερε χαρακτηριστικά η 22χρονη αξιωματικός υπηρεσίας.

Όλη η κατάθεση της αξιωματικού υπηρεσίας

«Είμαι αστυνομικός, φέρω τον βαθμό της αστυφύλακα και υπηρετώ στο αστυνομικό τμήμα Αγίων Αναργύρων. Σήμερα 1η Απριλίου βρισκόμουν σε διατεταγμένη υπηρεσία αξιωματικού υπηρεσίας.  Από τις 22.00 της 1/4/2024 έως τις 06.00 της 2/4/24 περίπου στις 22.10, ενώ βρισκόμουν στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας, παρατήρησα από τις κάμερες δύο άτομα και συγκεκριμένα, μία γυναίκα κι έναν άνδρα, να μιλάνε στον αστυνομικό που βρισκόταν σε υπηρεσία σκοπού καταστήματος», επισήμανε αρχικά πριν αρχίσει να εξιστορεί τα συμβαίνοντα:

«Τα δύο αυτά άτομα ανέβηκαν στο γραφείου του αξιωματικού υπηρεσίας, όπου βρισκόμουν εγώ, η υποδιοικητής του Τμήματος η οποία βρισκόταν σε διατεταγμένη υπηρεσία ως επόπτης της Διεύθυνσης Αστυνομίας Δυτικής Αττικής καθώς και η αστυφύλακας, η οποία και εκείνη βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία ως οδηγός της αστυνόμου. Στο γραφείο μπήκε μόνο η γυναίκα, ο άντρας που ήταν μαζί της την περίμενε στον χώρο που βρίσκεται έξω από το γραφείο.

Αμέσως ρώτησα τον λόγο που βρίσκεται στην Αστυνομία και πώς θα μπορούσα να τη βοηθήσω. Εκείνη άρχισε να μου λέει ότι υποψιάζεται ότι ο πρώην της, χωρίς να μου δώσει τα στοιχεία του, την περιμένει κάτω από το σπίτι της, το οποίο, όπως μου δήλωσε, βρίσκεται κοντά στο τμήμα. Ο ίδιος άνδρας, όπως μου είπε, βρισκόταν και χθες (31/3) έξω από την οικία της, χωρίς να μου πει ακριβώς αν έγινε κάτι χθες ή απλώς μόνο τον είδε να βρίσκεται έξω από το σπίτι της. Ακούγοντας αυτό, τη ρώτησα αν χθες ή σήμερα την έχει απειλήσει ή την έχει εξυβρίσει. Εκείνη μου απάντησε ότι ούτε χθες ούτε σήμερα την εξύβρισε ή την απείλησε.

Μου εξήγησε ότι στο παρελθόν του είχε κάνει μήνυση και ρωτώντας την για ποιο λόγο, εκείνη μου είπε ότι την εξύβριζε, την απειλούσε και τη βίαζε, πλην όμως την απέσυρε. Τότε η συνάδελφός μου τη ρώτησε αν θέλει να κάνει σήμερα μήνυση και εκείνη απάντησε ότι δεν θέλει. Μας είπε ότι το μόνο που ήθελε ήταν να την πάει κάποιο περιπολικό στο σπίτι.

Η συνάδελφός μου της εξήγησε ότι εκείνη την ώρα δεν υπήρχε διαθέσιμο περιπολικό του τμήματος να την πάει στο σπίτι της και εγώ της είπα ότι δεν γίνεται να μπει μέσα σε περιπολικό, παρά μόνο να κληθεί το 100, προκειμένου να δώσει κάποιο σημείο συνάντησης ή την οικία της ή το αστυνομικό τμήμα, προκειμένου να μεταβούν μαζί στο σπίτι της.

Εκείνη μας ρώτησε πόση ώρα θα κάνει να φτάσει κάποιο περιπολικό, αν θα αργήσει. Της εξηγήσαμε ότι δεν γνωρίζουμε πόσο χρόνο χρειάζεται ακριβώς για να έρθει. Μας είπε ότι θα πάρει εκείνη το 100 και έφυγε μαζί με τον άνδρα που ήρθαν μαζί. Αφού με ρωτάτε η συζήτηση αυτή κράτησε περίπου 5 λεπτά, οπότε η ώρα που έφυγαν πρέπει να ήταν 22.15.

Φεύγοντας την είδα από τις κάμερες να διασχίζει τον διάδρομο μπροστά από τη σκοπιά του τμήματος μιλώντας στο κινητό και να φεύγει μαζί με τον άνδρα που σας είπα. Αφότου έφυγαν εγώ και η συνάδελφός μου παραμείναμε στο γραφείο και μιλούσαμε, ενώ η αστυνόμος είχε πάει στο γραφείο της. Μετά από περίπου 3 – 4 λεπτά, άκουσα έναν άνδρα να φωνάζει «βοήθεια, τη σκοτώνει, τη σκοτώνει». Αμέσως εγώ και η συνάδελφός μου βγήκαμε στο μπαλκόνι, το οποίο κοιτάει προς την σκοπιά του τμήματος και είδαμε δύο άτομα πεσμένα στο έδαφος και τον αρχιφύλακα να στέκεται όρθιος. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα καταλάβει ακριβώς τι είχε γίνει. Εγώ και η συνάδελφός μου κατεβήκαμε γρήγορα στην σκοπιά για να δούμε τι έγινε. Φτάνοντας στη σκοπιά είδα τη γυναίκα που βρισκόταν πριν λίγο στο γραφείο μας, πεσμένη στο έδαφος μπρούμυτα και γύρω της, κάτω στο έδαφος να υπάρχει αρκετό αίμα και να έχει σπασμούς.

Κοντά της βρισκόταν ένας άνδρας καθισμένος σε ένα πεζούλι μπροστά στη σκοπιά, γέρνοντας το σώμα του ελαφρώς προς τα αριστερά ενώ το δεξί του το χέρι το ακουμπούσε πάνω στο σώμα του. Εγώ προσπαθούσα να καταλάβω τι έγινε, ο άνδρας που είχε φύγει μαζί με τη γυναίκα που σας ανέφερα, ο οποίος βρισκόταν δίπλα στη σκοπιά μας είπε ότι τη μαχαίρωσε ο προαναφερόμενος άνδρας.

Ψάχνοντας για το μαχαίρι είδα τον άνδρα, ο οποίος βρισκόταν καθισμένος, να σηκώνει το δεξί του χέρι κρατώντας ένα μαχαίρι και να το καρφώνει στον λαιμό του και συγκεκριμένα στην αριστερή του πλευρά. Βλέποντάς το αυτό είπα αμέσως στον αρχιφύλακα – «σκοπό», αφού ήταν πιο κοντά, να του πάρει το μαχαίρι από τα χέρια. Εκείνος του το πήρε, το πέταξε στο έδαφος και εγώ το κλώτσησα πιο μακριά για να μην το φτάνει ο άνδρας. Η συνάδελφός μου δεν βρισκόταν μπροστά στο περιστατικό με το μαχαίρι καθώς είχε ανέβει στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας για να καλέσει σταθμό του ΕΚΑΒ. Μετά ανέβηκα και εγώ καθώς η αστυνόμος μου είπε ότι με καλούν στον ασύρματο και ότι έπρεπε να απαντήσω.

Πήρα τον ασύρματο και ξανακατέβηκα στη σκοπιά. Ήδη κι άλλοι αστυνομικοί από άλλες ομάδες είχαν φτάσει, χωρίς όμως να έρθει σταθμός του ΕΚΑΒ. Αφού κατέβηκα πήρα τον άνδρα που μου είπε ότι την είχε μαχαιρώσει και ανεβήκαμε στο γραφείο για να του ζητήσω τα στοιχεία του και να μου πει τι ακριβώς έγινε. Εκείνος δεν κατάφερε να μου πει τι έγινε καθώς ήταν ταραγμένος. Του είπα να μου δώσει μόνο την ταυτότητά του και να καθίσει να ηρεμήσει.

Μου είπε ότι το μόνο που γνωρίζει είναι ότι τη λένε Γρίβα Κυριακή. Μετά τον ρώτησα αν γνώριζε τον άνδρα που μαχαίρωσε τη Γρίβα και μου είπε ότι τον γνωρίζει αλλά εκείνη τη στιγμή επειδή ήταν ταραγμένος δεν θυμόταν το όνομά του. Μετά από λίγο θυμήθηκε πώς τον λένε και μου είπε το επίθετό του».

Τι ορίζει το πρωτόκολλο της ΕΛ.ΑΣ για διαχείριση περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας

Τον Αύγουστο του 2021 είχε σταλεί ενδοϋπηρεσιακά ένα έγγραφο 21 σελίδων με οδηγίες αστυνομικής ανταπόκρισης σε περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Σε αυτό, αναφέρονται με σαφήνεια η νομοθεσία και όλες οι ενέργειες που πρέπει να προβούν οι αξιωματικοί υπηρεσίας, τα στελέχη που βρίσκονται στα περιπολικά καθώς και όλοι όσοι βρίσκονται στο τηλεφωνικό κέντρο.

Σύμφωνα με το σχετικό πρωτόκολλο, το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει η ΕΛΑΣ, είναι η αξιολόγηση της καταγγελίας, δηλαδή εάν είναι αξιόπιστη. Σε επόμενο χρόνο, γίνεται η εκτίμηση κινδύνου, όπου ερευνάται κατά πόσο υπάρχει η πιθανότητα επανάληψης μίας βίαιης συμπεριφοράς προς το συγκεκριμένο άτομο, από τη στιγμή που φεύγει από το ασφαλές περιβάλλον του αστυνομικού τμήματος.

Σε τρίτο στάδιο, γίνεται η λήψη μέτρων άμεσης προστασίας του θύματος, όπως η αποτροπή να φύγει από το αστυνομικό τμήμα. Στη συνέχεια, γίνεται ανασκόπηση στο ιστορικό θύτη και θύματος και η αναζήτηση ποινικού παρελθόντος του δράστη.

ΠΗΓΗ

Προηγούμενο άρθροΣυνελήφθησαν τρία άτομα που συμμετείχαν σε συμπλοκή εξωτερικά γηπέδου στον Πειραιά
Επόμενο άρθροΠΑΕ Ολυμπιακός: «Υιοθέτησε κι εσύ ένα αδέσποτο»